révolte - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

révolte - translation to ρωσικά


révolte         
{f}
- восстание
- мятеж
- бунт
révolte         
{f}
1) бунт, мятеж, возмущение, восстание
la révolte des passions — необузданность страстей, взрыв страстей
en révolte — бунтующий, взбунтовавшийся
être en révolte — бунтовать
en pleine révolte — в разгар(е) мятежа
2) резкое недовольство; возмущение; протест
révolté      
бунтующий, восстающий, восставший; мятежный; возмущённый;
бунтовщик ; мятежник;
бунтарь, мятежная душа

Βικιπαίδεια

Révolte
La révolte ou rébellion est un sentiment d’indignation et de réprobation face à une situation. Elle est aussi, dans un sens plus précis, le refus actif d'obéir à une autorité.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για révolte
1. Les réactions ŕ la révolte des Tibétains sont restées prudentes.
2. D‘abord observateur, et lecteur de mails annonçant la révolte.
3. François Mauron Mercredi 2 avril 2008 Incrédulité, consternation, révolte...
4. Sur quoi peut déboucher cette révolte des bonzes?
5. La révolte des esclaves, points levés («nein, nein!»), fait sourire.